Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΑΦΘΑΡΤΕΣ ΥΛΕΣ: Ποιήματα .- Αθήνα: Διογένης, 1974.
Ταΰγετος
Απ΄ το χαγιάτι μας το βορεινό
έβλεπα άλλοτε μία παρέα
πετρωμένους δεσποτάδες
με άμφια της Πεντηκοστής,
ν΄ ανηφορίζουνε στο μοναστήρι
της Φανερωμένης.
Η φαντασία μου υπεχώρησε
με την ενθρόνιση της λογικής
και έχασες Ταΰγετε
μια τρυφερή ευλάβεια
στην πολυσχέδια ομορφιά σου.
Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΓΙΑ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ.: Ποιήματα - Αθήνα: Διογένης,1976.
Κάποιο εμπόδιο
Η οδός Πανεπιστημίου εξωραΐστηκε όλη.
Έφυγαν τα διώροφα οι χαλατζούκες.
Τώρα βλέπω από το τρόλλεϋ μια βίβλο φωτισμένη
«Κοκακόλα παγωμένη δίψα για ζωή».
Όμως μια γωνία της Κοραή αντιστέκεται.
Όροφος πρώτος. Εργαστήριον ταριχεύσεως πτηνών.
Φρουτοπωλείον στο ισόγειο.
Κάποιο εμπόδιο θα υπάρχει
Για να μη γίνεται το διώροφο ουρανοξύστης.
Έτσι καλά καθούμενα δεν αντιστέκεται κανείς.
Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ: Ποιήματα 1977-1978 .- Αθήνα: Πρόσπερος, 1978.
Συνήθισα
Συνήθισα τον ουρανό
Φορτωμένο σα γυρολόγο
Συνήθισα τη βροχή
Και το μαρτύριό της
Κάτω απ’ τα λάστιχα των τροχών
Συνήθισα τον ήλιο να στεγνώνει την κόμη του
Συνήθισα τη νάρκωση
Με τα μάτια ανοιχτά.
Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΜΙΚΡΑ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ.- Αθήνα: [χ.ο.], 1984.
Μοναξιές
Σε θέλω εδώ
να σε παιδεύω με τη μοναξιά μου
το ξέρω πόσο βασανίζεσαι
με πάθος να γκρεμίσω τις κρυψώνες σου
γωνιά να μην σε προστατεύει
όταν έκθέτεις την απελπισία σου
τα μάτια υψώνοντας
στον ουρανό κρυφά
ποιος θα την δει;
Αν έχεις βρει κανά θεό
θα σ’ επιπλήξει.
Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΟΥ ΒΡΑΧΟΥ.- Αθήνα: Διογένης, 1989.
Η Ευλαμπία
Στη μεγάλη φωτιά
Που έπιασε στις πάνω γειτονιές
Πάτησα μες τις φλόγες της σκάλας μας
Να σώσω το «Ημερολόγιο της Μικράς Ασίας».
Με σβήσανε ακόμα ζωντανή
Οι στρατιώτες του ΚΕΜ
Κι οι χωροφύλακες με πήγανε στο Τμήμα.
Η γλώσσα μου
Αλευρωμένη απ’ τις στάχτες
Δεν γύριζε να πω το «Όνομα», «Επώνυμο»
Κι ο Αστυνόμος συγκινημένος
Έγραψε το όνομα της μάνα του: ΕΥΛΑΜΠΙΑ
Γιατράκου–Fossi, Αλίκη. ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΥΛΕΣ 1 .- Αθήνα: Διογένης, 1993.
Το πήλινο λυχνάρι
στην Κική
Το λυχνάρι που μούστειλες αεροπορικώς
Τόχες παστώσει στα πανιά να μην σπάσει
Σπάγγοι, το κίτρινο χαρτί, τα ακριβά γραμματόσημα
Εξπρές, φραζίλ, προσέξετε, όλα τα νοιάστηκες.
Σ’ ευχαριστώ.
Σου γράφω φεύγουν τα λόγια μου ποτάμι.
Δε σε φτάνουν;
Γι’ αυτό μου έστειλες το πήλινο λυχνάρι.
Σκέφτηκες πως μου λείπει μια φλόγα.